condonar - ορισμός. Τι είναι το condonar
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι condonar - ορισμός


condonar      
verbo trans.
Perdonar o remitir una pena o deuda.
condonar      
condonar (del lat. "condonare") tr. *Perdonar la pena de muerte o una deuda a alguien.
condonar      
Sinónimos
verbo
Antónimos
verbo
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για condonar
1. Schröder confirmó que el G–8 "continuará el trabajo por condonar las deudas" de los países africanos más pobres.
2. Pocos días después se concretó la decisión de condonar la deuda de los países más pobres.
3. Brown indicó además el compromiso de todos los países de la UE para condonar la deuda de los países más pobres con mayor cantidad de cargas.
4. Además, al despedirse mostró el apoyo de Rusia a los planes del G–8 para condonar la deuda externa de 18 países africanos.
5. EE.UU. y Gran Bretaña acuerdan condonar la deuda de los países africanos más pobres Estados Unidos dedicará 674 millones de dólares adicionales a la ayuda humanitaria en África y aceptará condonar la deuda de los países más pobres del área.Con ello Bush cede a los deseos de su aliado Tony Blair, a quien se ve enEE.UU.como el líder relativamente más sólido de una Europa en crisis.
Τι είναι condonar - ορισμός